Παρόλο που το Internet και το World Wide Web αποτελούν μέρος της καθημερινότητας εκατομμυρίων ανθρώπων παγκοσμίως, δεν είναι λίγοι οι χρήστες που συγχέουν τις δύο έννοιες θεωρώντας τους όρους ταυτόσημους. Στην πραγματικότητα κάτι τέτοιο δεν συμβαίνει, αφού οι όροι ερμηνεύονται διαφορετικά και καλό θα ήταν να αναφέρουμε ευθύς εξαρχής τι ακριβώς σημαίνουν ώστε να αποφύγουμε τυχόν παρανοήσεις.
1945
Ο Vannevar Bush δημοσιεύει ένα άρθρο για τη συσκευή Memex, που μπορεί να δημιουργεί και να ακολουθεί συνδέσμους μεταξύ εγγράφων
1960
Ο Doug Engelbart δημιουργεί το πρότυπο σύστημα NLS (oNLine System), που υποστηρίζει hypertext browsing, email κ.λπ και εφευρίσκει το mouse
1965
Ο Ted Nelson πρωτοαναφέρει τον όρο Hypertext
1967
Ο Andy van Dam σε συνεργασία με άλλους κατασκευάζει τα συστήματα Hypertext Editing System και FRESS
1980
Ο Tim Berners-Lee κατασκευάζει το πρόγραμμα "Enquire-Within-Upon-Everything", γνωστό τελικά ως ENQUIRE, που επιτρέπει τη δημιουργία συνδέσμων μεταξύ διαφορετικών κόμβων
1989
Ο Tim Berners-Lee δημοσιεύει την εργασία του "Information Management: A Proposal"και την κυκλοφορεί εντός του CERN περιμένοντας τα σχόλια των συναδέλφων του
1990
Ο προϊστάμενος του Tim Berners-Lee, Mike Sendall, εγκρίνει την αγορά ενός υπολογιστή NeXT που επιτρέπει στον πρώτο να γράψει τον πρώτο text-only browser με την ονομασία WorldWideWeb.
1991
Το πρόγραμμα WWW εγκαθίσταται στα κεντρικά μηχανήματα του CERN
Ο όρος Internet αντιπροσωπεύει ένα τεράστιο δίκτυο υπολογιστών και καλωδίων, αποτελώντας την υλική υπόσταση του Διαδικτύου. Όπως είχαμε εξηγήσει και στο άρθρο μας για την Ιστορία του Internet, ο Vint Cerf και ο Bob Khan ανακάλυψαν το 1974 έναν τρόπο για να χρησιμοποιηθεί αυτό το δίκτυο διακινώντας μικρά πακέτα δεδομένων (πρωτόκολλο TCP) μεταξύ των υπολογιστών. Τα πακέτα αυτά μοιάζουν με τα γράμματα του συμβατικού ταχυδρομείου και μεταξύ άλλων περιλαμβάνουν τη διεύθυνση του τελικού αποδέκτη. Εάν πάνω στο πακέτο «αναγραφεί» η σωστή διεύθυνση οποιουδήποτε υπολογιστή συνδέεται με το Internet, το δίκτυο θα αναλάβει την αποστολή του χρησιμοποιώντας όποια καλώδια είναι διαθέσιμα εκείνη τη στιγμή. Αυτή είναι και η μοναδική λειτουργία που επιτελεί το Internet, δηλαδή η αποστολή και η λήψη πακέτων με δεδομένα.
Ο Παγκόσμιος Ιστός είναι μία αφηρημένη έννοια που αντιπροσωπεύει έναν ιδεατό χώρο πληροφοριών. Αυτό σημαίνει ότι ενώ το Internet αποτελείται από υπολογιστές, το World Wide Web αποτελείται από έγγραφα, εικόνες, ήχους, βίντεο και άλλες μορφές πληροφορίας, ενώ το ρόλο των καλωδίων αναλαμβάνουν οι σύνδεσμοι (links) μεταξύ των εγγράφων. Ουσιαστικά, ο Παγκόσμιος Ιστός μετέτρεψε το Internet σε ένα εξαιρετικά χρήσιμο παγκόσμιο δίκτυο, γιατί σε τελική ανάλυση αυτό που ενδιέφερε τους ανθρώπους δεν ήταν οι υπολογιστές και τα καλώδια, αλλά μοναχά οι πληροφορίες. Αυτό βέβαια δεν σημαίνει ότι αποτελεί και τον μοναδικό τρόπο εκμετάλλευσης της παγκόσμιας αυτής υποδομής, Το ηλεκτρονικό ταχυδρομείο, που εμφανίστηκε περίπου 10 χρόνια νωρίτερα από τον Παγκόσμιο Ιστό, οι τηλεσυνδιασκέψεις και άλλες υπηρεσίες κωδικοποιούν με διαφορετικό τρόπο τα δεδομένα και χρησιμοποιούν διαφορετικά πρωτόκολλα για την αποστολή πληροφοριών.
Η παραγωγή των πρώτων browsers είναι στενά συνυφασμένη με την εμφάνιση του Παγκόσμιου Ιστού, αφού τα προγράμματα αυτά χρησιμοποιήθηκαν για την προβολή των πληροφοριών που σιγά – σιγά προσέθεταν οι χρήστες και πολύ αργότερα οι εταιρείες στο World Wide Web. Αν και συχνά παρατηρείται το φαινόμενο να περιθωριοποιούμε την καταλυτική επίδραση που είχαν οι τεχνολογίες που εμφανίστηκαν πριν από πολλά χρόνια, κανείς δεν μπορεί να αμφισβητήσει ότι η κυκλοφορία του πρώτου browser σηματοδότησε την απαρχή μίας νέα εποχής για το παγκόσμιο διαδίκτυο. Παρόλο που το ηλεκτρονικό ταχυδρομείο αποτέλεσε τη λεγόμενη killer application από την πρώτη κιόλας στιγμή της εφεύρεσής του στα τέλη του 1971, οι browsers επέτρεψαν σε απλούς χρήστες με ελάχιστες γνώσεις να αναζητήσουν τις πληροφορίες που χρειάζονταν στον Παγκόσμιο Ιστό, χωρίς να γνωρίζουν τίποτα για την εσωτερική του λειτουργία. Παράλληλα, επέτρεψαν στις επιχειρήσεις να εκμεταλλευτούν εμπορικά το νέο μέσο επικοινωνίας προσφέροντας πολύτιμες υπηρεσίες μέσω υπολογιστών σε εκατομμύρια πελάτες τους παγκοσμίως, με αποτέλεσμα σήμερα να θεωρούμε δεδομένη την αναζήτηση προϊόντων on-line αλλά και την παραγγελία τους χωρίς να απαιτείται πολύς χρόνος και κόπος. Όμως η κυριότερη συνεισφορά των browsers ήταν ότι κατάφεραν να μεταβάλλουν το Internet από ένα εγκλωβισμένο, στατικό χώρο με δυσνόητες εντολές, σε ένα ανοικτό περιβάλλον επικοινωνίας μεταξύ των ανθρώπων σε παγκόσμιο επίπεδο. Την αλλαγή αυτή καταδεικνύει η υιοθέτηση όρων όπως «σερφάρω» και «περιηγούμαι», που υποδηλώνουν την ανοικτή φύση του Διαδικτύου.
Πατέρας του Παγκόσμιου Ιστού είναι ο Βρετανός ερευνητής Tim Burners-Lee, που το 1989 πρότεινε στο οργανισμό CERN της Γενεύης τη δημιουργία ενός συστήματος hypertext. Κάθε πληροφορία εντός του δικτύου θα μπορούσε να εντοπιστεί χρησιμοποιώντας μία μοναδική διεύθυνση, που αρχικά ονομάστηκε Universal Document Identifier. Στόχος του ήταν να οργανώσει καλύτερα τα δεδομένα που ήταν αποθηκευμένα στους υπολογιστές του οργανισμού, τα οποία μέχρι εκείνη τη στιγμή δεν διέθεταν κανενός είδους σύνδεση μεταξύ τους. Ο προϊστάμενος του Tim Burners-Lee, Mike Sendall, ενέκρινε την υλοποίηση της ιδέας και το 1990 ο Βρετανός ερευνητής κατασκεύασε τον πρώτο GUI browser στην ιστορία, στον οποίο έδωσε το όνομα WorldWideWeb. Για την κατασκευή του χρησιμοποίησε έναν υπολογιστή Next που σε συνδυασμό με τον πρώτο Web server αποτέλεσαν την πρώτη μορφή του Παγκόσμιου Ιστού και σε αρχικό στάδιο ήταν αποκλειστικό προνόμιο των ερευνητών του CERN. Το WorldWideWeb ήταν ο πρώτος point & click browser της ιστορίας, ο οποίος όμως αρκετά χρόνια αργότερα μετονομάστηκε σε NeXT για να αποφευχθεί η ταύτισή του με τον Παγκόσμιο Ιστό. Ενσωμάτωνε ένα γραφικό περιβάλλον που στις αρχικές του εκδόσεις δεν υποστήριζε χρώματα, ενώ μεταξύ άλλων επέτρεπε την απεικόνιση εικόνων σε ξεχωριστό όμως παράθυρο.
Κατά το ίδιο χρονικό διάστημα ο Nicola Pellow, φοιτητής στο CERN εκείνη την εποχή, κατασκεύασε έναν browser που λειτουργούσε σε περιβάλλον γραμμής εντολών και μπορούσε να τρέξει σε όλα σχεδόν τα μηχανήματα της εποχής. Αξίζει να σημειωθεί ότι πολλοί χρήστες αποκτούσαν κατά λάθος την πρώτη τους επαφή με τον Παγκόσμιο Ιστό, κάνοντας telnet στη διεύθυνση info.CERN.ch. Με τον τρόπο αυτό εμφανιζόταν ο text- based browser του Nicolas Pew, ο οποίος έγινε γνωστός ως "line mode" ή "www". Για να επισκεφθεί ο χρήστης το πρώτο link κάποιας ιστοσελίδας, θα έπρεπε να πατήσει το πλήκτρο 1, ενώ για να μεταφερθεί στης διεύθυνση μίας συγκεκριμένης ιστοσελίδας θα έπρεπε χρησιμοποιήσει την εντολή “go”.
Τα πρώτα τρία χρόνια μετά την κατασκευή του World Wide Web κύλησαν με τον Tim Burners-Lee και τους συναδέλφους τους να προσπαθούν να εξηγήσουν τη χρησιμότητα της εφεύρεσης και να προωθήσουν την υιοθέτησή της σε ακαδημαϊκό επίπεδο. Οι αρχικές προδιαγραφές του UDI, από όπου προέκυψε αργότερα το σημερινό URI (Uniform Resource Identifier), της γλώσσας HTML (HyperText Markup Language) και του πρωτοκόλλου HTTP (HyperText Transfer Protocol) δημοσιεύθηκαν στον πρώτο web server που κατασκευάστηκε, με στόχο τη διάδοση της χρήσης τους και την κατάθεση προτάσεων για τυχόν βελτιώσεις. Με δεδομένο ότι οι υπολογιστές NeXT δεν ήταν ιδιαίτερα διαδεδομένοι, η ανάπτυξη νέων browser που θα υποστήριζαν τις υπόλοιπες προγραμματιστικές πλατφόρμες και κυρίως το Unix ήταν ιδιαίτερα σημαντική.
Μέσα σε σύντομο χρονικό διάστημα ο Pei Wei, φοιτητής στο Πανεπιστήμιο του Berkeley έγραψε τον ViolaWWW που βασιζόταν στη γλώσσα προγραμματισμού Viola για Unix, κάποιοι άλλοι φοιτητές στο Helsinki University of Technology έγραψαν τον Erwise για την ίδια πλατφόρμα ενώ ο Tony Johnson έγραψε τον Midas επίσης για Unix. Παρόλο που το όνομά του δεν έμεινε στην ιστορία, ο browser του Pei Wei αποτέλεσε για μεγάλο χρονικό διάστημα τον καλύτερο browser και το προτεινόμενο πρόγραμμα για περιήγηση στον Παγκόσμιο Ιστό σύμφωνα με τον οργανισμό CERN.
Η δικτυακή κίνηση του πρώτου Web server στην ηλεκτρονική διεύθυνση info.cern.ch αυξανόταν με εκθετικούς ρυθμούς από τα πρώτα κιόλας χρόνια της λειτουργίας του, δεκαπλασιάζοντας τον όγκο των δεδομένων που διακινούσε κάθε χρόνο. Η ακαδημαϊκή κοινότητα και η βιομηχανία συνειδητοποίησαν την αξία της νέας τεχνολογίας μόλις το 1992 και 1993 αντίστοιχα, ενώ ο Tim Burners-Lee αποφάσισε την ίδρυση του World Wide Web Consortium τον Σεπτέμβριο του 1994. Στόχος του ήταν η δημιουργία ενός forum όπου οι οργανισμοί και οι εταιρείες θα μπορούσαν να συζητήσουν για το παρόν και το μέλλον του Παγκόσμιου ιστού, αλλά και να αναπτύξουν ένα κοινό σύνολο πρωτοκόλλων.