Aν και τα κινητά τηλέφωνα έχουν κατακλύσει τη ζωή μας, η χρήση τους για οτιδήποτε άλλο πέρα από τις επικοινωνίες φωνής και τη μετάδοση σύντομων μηνυμάτων κειμένου παραμένει μέχρι τις μέρες μας εξαιρετικά περιορισμένη. Οι ρυθμοί μετάδοσης είναι χαμηλοί, με αποτέλεσμα οι εφαρμογές διακίνησης ψηφιακών δεδομένων (Fax, πρόσβαση στο Internet) να είναι πολύ αργές αλλά και αρκετά ακριβές στη χρήση, δεδομένου ότι η χρέωση γίνεται με βάση το χρόνο επικοινωνίας.
Ευτυχώς, η τεχνολογία έχει δώσει απάντηση στην ανάγκη για ταχύτερη, αποδοτικότερη και οικονομικότερη διακίνηση ψηφιακών δεδομένων μέσα απάτα δίκτυα κινητής τηλεφωνίας. Η απάντηση αυτή, προς το παρόν, ονομάζεται GPRS (General Packet Radio Serνice) και δεν είναι τίποτε άλλο από μία υπηρεσία προστιθεμένης αξίας που αναβαθμίζει τις δυνατότητες διακίνησης ψηφιακών δεδομένων των υπαρχόντων δικτύων, εκτοξεύοντας στα ύψη τη χρησιμότητά τους.
Το GPRS τοποθετείται χρονικά και τεχνολογικά μεταξύ της δεύτερης και τρίτης γενιάς δικτύων κινητής τηλεφωνίας, με την ανάπτυξη των πρώτων δικτύων να χρονολογείται από την αρχή της δεκαετίας του 1980. Την εποχή εκείνη έκανε την εμφάνισή της στην Ευρώπη η πρώτη γενιά δικτύων (1G), που βασιζόταν σε αναλογικά συστήματα. Η τεχνολογία circυit switching που χρησιμοποιούσε, παρουσίαζε πολλούς περιορισμούς που δεν επέτρεπαν την περαιτέρω ανάπτυξη της κινητής τηλεφωνίας. Προσέφερε χαμηλής ποιότητας φωνητικές υπηρεσίες και μικρή χωρητικότητα δικτύου, ενώ η αδυναμία επέκτασης σε ευρείες γεωγραφικές περιοχές και η ασυμβατότητα μεταξύ των δικτύων κάθε χώρας έκαναν επιτακτική την ανάγκη βελτιώσεων.
Με την ανάπτυξη τεχνικών ψηφιακής μετάδοσης γεννήθηκε η δεύτερη γενιά κινητής τηλεφωνίας (2G). Το γνωστότερο και δημοφιλέστερο σύστημα, το GSΜ (Global System for ΜοbiΙe Communication), αναπτύχθηκε χρέωση ανάλογα με τον στην Ευρώπη το 1991, αντικαθιστώντας τα προηγούμενα αναλογικά συστήματα. Το GSΜ κάνει χρήση των τεχνικών Frequency Diνisiοn Μultiple Αccess (FDΜΑ) και Time Diνisiοn Μultiple Αccess (ΤDΜΑ), που διαμοιράζουν το φάσμα ραδιοσυχνοτήτων μεταξύ διαφορετικών τηλεφωνικών συνδιαλέξεων. Με τη FDΜΑ το διαθέσιμο εύρος φάσματος (bandwidth) διαιρείται σε κομμάτια των 200KHz, ενώ ταυτόχρονα κάθε συχνότητα διαιρείται με την ΤDΜΑ σε 8 χρονοθυρίδες (timeslots). Η δεύτερη αυτή γενιά ασύρματων δικτύων παρέμεινε επικεντρωμένη στη φωνητική επικοινωνία, διαθέτοντας περιορισμένες μόνο δυνατότητες αποστολής και λήψης δεδομένων. Αν και υποστηρίζονται υπηρεσίες Fax και WΑΡ (Wireless Applicatiοn Ρrοtοcol), ο προσφερόμενος ρυθμός διαμεταγωγής δεν ενδείκνυται για multimedia εφαρμογές, αφού ανέρχεται σε μόλις 9,6 Kbps.
Τα τελευταία χρόνια, η εντυπωσιακή ανάπτυξη τόσο της κινητής τηλεφωνίας όσο και του αριθμού των ατόμων με πρόσβαση στο Internet υπόσχεται τη δημιουργία μίας νέας αγοράς που θα συνδυάζει και τις δύο καινοτομίες. Στο προσεχές μέλλον αναμένεται να αναδυθεί πιεστικά η ανάγκη για ασύρματη πρόσβαση σε πληροφορίες, απαίτηση που δεν μπορούν να ικανοποιήσουν τα υπάρχοντα ασύρματο δίκτυα. Απάντηση στο αίτημα αυτό αναμένεται να δώσει η τρίτη γενιά δικτύων (3G). Τα δίκτυα αυτά σηματοδοτούν τη μεταστροφή από τη φωνητική επικοινωνία σε muΙtimedia υπηρεσίες και την πλήρη σύγκλιση της κοινωνίας της πληροφορίας και της επικοινωνίας. Το GPRS Θα λειτουργήσει ως ενδιάμεσος σταθμός και πρόδρομος των μελλοντικών εξελίξεων, ενσωματώνοντας αρκετά από τα προηγμένα χαρακτηριστικά που αναμένουμε.
Το GΡRS (General Packet Radio Serνice) είναι μία νέα υπηρεσία που επιτρέπει την αποστολή και λήψη δεδομένων μέσω των δικτύων κινητής τηλεφωνίας (Wireless Data Αccess). Λειτουργεί συμπληρωματικά προς τα σημερινά Circuit Switched Data (CDS) και Short Μessage Serνice (SΜS), προσφέροντας εύκολη, ασύρματη πρόσβαση σε packet data netwοrks όπως το Internet. Πρέπει να τονιστεί ότι δεν πρόκειται για νέο σύστημα κινητής τηλεφωνίας, αλλά για μία υπηρεσία που "επικάθεται" στο υπάρχού δίκτυο GSM.
Με το GΡRS οι πληροφορίες πριν από την αποστολή τους κατατέμνονται σε μικρότερα πακέτα (data packets), ενώ επανασυνδέονται πριν να φτάσουν στον τελικό αποδέκτη τους. Ο τρόπος αυτός λειτουργίας ονομάζεται packet switching και μπορεί να παρομοιαστεί με ένα παζλ. Φυσικά, οι ενδιάμεσες διαδικασίες κατάτμησης, αποστολής και επανασύνδεσης των πακέτων γίνεται αυτόματα από το δίκτυο GΡRS, χωρίς ο χρήστης να αντιλαμβάνεται το παραμικρό. Τα δίκτυα που βασίζονται στο συγκεκριμένο τρόπο λειτουργίας ονομάζονται packet data networks και ο διασημότερος εκπρόσωπός τους είναι το ίδιο το Internet.
Το πιο σημαντικό χαρακτηριστικό της νέας υπηρεσίας είναι ότι επιτρέπει την απoστολή και λήψη δεδομένων με ταχύτητες άνω των 100 Kbps. Το γεγονός αυτό από μoνο του καθιστά εφικτές δυνατότητες που μόλις λίγα χρόνια πριν ανήκαν στη σφαίρα της φαντασίας. Ο χρήστης GΡRS έχει τη δυνατότητα κανονικής πλοήγησης στο Internet, όχι μόνο χωρίς τους περιορισμούς του WΑΡ αλλά και με ταχύτητες ανώτερες από αυτές που του παρέχει ένα συνηθισμένο σημερινό mοdem. Επίσης, αν και μέχρι σήμερα ο τύπος των δεδομένων που μεταδιδόταν μέσα από τα δίκτυα κινητής τηλεφωνίας ήταν κυρίως κείμενο, η εντυπωσιακή ταχύτητα του GPRS θα καταστήσει δυνατή την αποδοτική μετάδοση εικόνων, φωνής και βίντεο.
Αναμένεται, λοιπόν, μία ποιοτική στροφή στις εφαρμογές από το απλό κείμενο στις multimedia υπηρεσίες, γεγονός που Θα ικανoποιήσει τους καταναλωτές και θα βοηθήσει ακόμα περισσότερο στην εξάπλωση του GPRS. Δεν είναι δύσκολο να φαντασθεί κανείς τους νέους ορίζοντες που ανοίγονται, αφού για πρώτη φoρά θα γίνει δυνατή η διεξαγωγή video conference μέσω κινητού, με τους συμμετέχοντες να βρίσκονται σε οποιοδήποτε σημείο του πλανήτη. Ενα άλλο παράδειγμα, εξίσου εντυπωσιακό, είναι η δυνατότητα συνεχούς παρακoλούθηοης μίας απομακρυσμένης κάμερας ασφαλείας (surueillance camera) από το κινητό.
Η τεχνολογία Ρacket Switching αυξάνει την αποδοτικότητα των υφιστάμενων δικτύων, αφού εξασφαλίζει ότι το φάσμα ραδιοσυχνοτήτων χρησιμοποιείται μόνο όταν ο χρήστης πραγματικά στέλνει ή λαμβάνει δεδομένα. Μέχρι σήμερα, τα δίκτυα εκχωρούσαν από ένα κανάλι επικοινωνίας σε κάθε χρήστη κινητού τηλεφώνου, το οποίο παρέμενε δεσμευμένο καθ' όλη τη διάρκεια του τηλεφωνήματος, είτε ο χρήστης χρησιμοποιούσε το κανάλι είτε όχι. Αντίθετα, με το GΡRS τα διαθέσιμα κανάλια μπορούν να χρησιμοποιούνται παράλληλα από πολλούς χρήστες, δίνοντας έτσι την εντύπωση ότι έχει αυξηθεί το εύρος του διαθέσιμου φάσματος (bandwith). Λαμβάνοντας υπόψη ότι το φάσμα των ραδιοσυχνοτήτων είναι ούτως ή άλλως πεπερασμένο, η αύξηση της χωρητικότητας που επιτυγχάνεται είναι εξαιρετικά σημαντική.
Παραδοσιακά, οι εταιρείες επέτρεπαν την απομακρυσμένη πρόσβαση των υπαλλήλων τους στο εσωτερικό δίκτυό τους μέσω dialυρ συνδέσεων. Αυτό σημαίνει ότι για να συνδεθούν οι υπάλληλοι, έπρεπε να τηλεφωνήσουν μέσω mοdem σε κατάλληλα εξοπλισμένο υnoλογιστή της εταιρείας (mοdem pool). Η τεχνική αυτή απαιτούσε την εγκατάσταση επιπρόσθετου και ακριβού εξοπλισμού επιβαρύνοντας έτσι τον εταιρικό προϋπολογισμό.
Σήμερα, οι περισσότερες επιχειρήσεις εγκαθιστούν υψηλής ταχύτητας συνδέσεις με το Internet και αναζητούν νέους τρόπους εκμετάλλευσης των συνδέσεων αυτών για remote access. Το GPRS όχι μόνο βασίζεται στις ίδιες αρχές λειτουργίας με το Internet, αλλά παράλληλα υποστηρίζει τα πρωτόκολλα ΙΡ (Internet Ρrοtοcοl) και x.25. Τα τελευταία συναντάται στην πλειονότητα των εταιρικών δικτύων της Ευρώπης και μέσω αυτών των πρωτοκόλλων θα είναι δυνατή η πλήρης πρόσβαση των υπαλλήλων στο intranet της εταιρείας τους, από οποιαδήποτε περιοχή του κόσμου.
Δυστυχώς, η νέα αυτή τεχνική εγκυμονεί αυξημένους κινδύνους για την ασφάλεια των δεδομένων των επιχειρήσεων. Το ηλεκτρονικό έγκλημα που ανθεί οτη σημερινή εποχή, θα βρει μέσω του GPRS νέες διόδους εισχώρησης στα εταιρικά δίκτυα διάφορων επιχειρήσεων. Για την αντιμετώπιση των προβλημάτων αυτών και την κανοποιητική προστασία της επικοινωνίας υπαλλήλων - επιχειρήσεων, αναπτύσσεται μία νέα τεχνολογία. Τα VPN (Virtual Ρriνate Networks) δημιουργούν εικονικά ιδιωτικά δίκτυα, χρησιμοποιώντας λογισμικό που αναλαμβάνει την κρυπτογράφηση των πληροφοριών πριν από την αποστολή τους και την αποκρυπτογράφηση πριν από την παραλαβή τους. Η τεχνική αυτή, σε συνδυασμό πάντα με τις ήδη υπάρχουσες άμυνες κατά των ηλεκτρονικών εισβολέων, αναμένεται να αποτελέσουν ικανή προστασία έναντι των επίδοξων εισβολέων.
Για πρώτη φορά γίνεται δυνατή η άμεση και συνεχής πρόσβαση σε όλες τις υπηρεσίες του Internet, όπως FΤΡ (File Transfer Ρrοtοcοl), Web Brοwsing, Chat, Email και Τelnet. Η μέγιστη θεωρητική ταχύτητα μετάδοσης δεδομένων που μπορεί να επιτευχθεί σε ένα δίκτυο GPRS είναι 171,2 Kbits/sec, δηλαδή τρεις φορές μεγαλύτερη από αυτήν που επιτυγχάνεται με ένα κοινό οικιακό mοdem συνδεδεμένο στο δίκτυο σταθερής τηλεφωνίας. Η διαφορά, λοιπόν, σε σχέση με το παρελθόν κρίνεται εξαιρετικά σημαντική, μειώνοντας ταυτόχρονα σε μεγάλο βαθμό τη σημερινή δυσαρέσκεια των χρηστών.
Δυστυχώς, ο εντυπωσιακός θεωρητικός ρυθμός διαμεταγωγής στην πράξη περιορίζεται από διάφορους παράγοντες, όπως την ποιότητα του ασύρματου δικτύου και την υποστηριζόμενη από το κινητό ταχύτητα. Ειδικότερα για τα GΡRS κινητά, οι κατασκευάστριες εταιρείες έχουν επιδοθεί σε αγώνα δρόμου για την ενσωμάτωση της νέας τεχνολογίας. Παρά τον αυξημένο ανταγωνισμό, τα σημερινά προϊόντα προσφέρουν πολύ μειωμένες ταχύτητες σε σχέση με το θεωρητικό μέγιστο του GPRS, που διαμορφώνεται σε περίπου 4050Kbps.
Παράλληλα, ιδιαίτερα σημαντική είναι η απάλειψη της ανάγκης για mοdem και dialυρ συνδέσεις, αφού οι πληροφορίες στέλνονται και λαμβάνονται άμεσα. Αυτός είναι και ο λόγος που οι χρήστες GPRS κινητών αναφέρονται ως "always cοnnected", με τη διαδικασία σύνδεσης να διαρκεί ελάχιστα δευτερόλεπτα.
Στην Ελλάδα οι επενδύσεις που θα κληθούν να αναλάβουν οι εταιρείες για την παροχή υπηρεσιών τρίτης γενιάς (3G), αναμένεται να ξεπεράσουν το 1,5 τρισ. δρχ. Μέχρι την ολοκλήρωση των νέων αυτών δικτύων, οι υφιστάμενοι εγχώριοι "παίκτες" αναπτύσσουν υπηρεσίες 2+ γενιάς, όπως το GΡRS, στην προσπάθειά τους να προσελκύσουν περισσότερους πελάτες. Χαρακτηριστικό του κλίματος που επικρατεί είναι ότι τόσο η Cosmote όσο και η Panafon διαφημίζουν ταυτοχρόνως την πρωτοπορία τους στην παροχή GPRS υπηρεσιών στην Ελλάδα. Παράλληλα, η Τelestet εξαπέλυσε πρόσφατα τη δική της επίθεση, εντείνοντας ακόμα περισσότερο τον υφιστάμενο ανταγωνισμό.
Cosmote: Στις 22 Νοεμβρίου 2000, η Cοsmοte ανακοίνωσε τη συμφωνία της εταιρείας με τη Νokia για την παροχή εξοπλισμού του συστήματος GPRS. Η συνολική επένδυση εκτιμήθηκε σε 3,5 δισ. δραχμές και καλύπτει τόσο την τεχνολογική υποδομή όσο και το σύστημα τιμολόγησης. Το εγκατεστημένο δίκτυο GPRS κάλυπτε αρχικά Αθήνα, Θεσσαλονίκη, Πάτρα και Κρήτη, ενώ από τα τέλη Ιανουαρίου έχει επεκταθεί σε ολόκληρη την επικράτεια.
Οι υπηρεσίες που παρέχονται σε αυτό το στάδιο είναι η πρόσβαση στο Διαδίκτυο (π.χ. Web brοwsing/FΤΡ), καθώς και WΑΡ. Σε πιλοτική λειτουργία βρίσκεται η υπηρεσία απομακρυσμένης πρόσβασης σε Εταιρικά Δίκτυα (Remοte Intranet/LΑΝ Αccess), ενώ στο στάδιο της ανάπτυξης βρίσκονται οι εφαρμογές που αξιοποιούν τη νέα τεχνολογία, καθώς και η δυνατότητα περιαγωγής (roaming).
Η υποδομή GPRS της Cοsmοte υποστηρίζει ταχύτητες άνω των 100Kbps, σε σχέση με τα 9,6Κbps που επιτυγχάνονταν μέχρι σήμερα. Ο σχεδιασμός της τιμολογιακής πολιτικής προβλέπει η χρέωση των υπηρεσιών να γίνεται με πάγιο μηνιαίο τέλος 10.000 δρχ. ανεξάρτητα από τη χρήση, για μηνιαία κατανάλωση μέχρι 40Μbytes. Οι τιμές αναμένεται να αναπροσαρμοστούν μέσα στο 2001, όταν το κοινό θα έχει αρχίσει να εξοικειώνεται και το σύστημα GPRS να εξαπλώνεται με ικανοποιητικούς ρυθμούς.
Panafon - Vodafone: Το δίκτυο της εταιρείας αναπτύχθηκε μέσα στο έτος 2000 με την εισαγωγή νέων δικτυακών κόμβων και την αναβάθμιση της υπάρχουσας υποδομής. Για τις ανάγκες του GPRS αναπτύχθηκαν νέα συστήματα χρέωσης με βάση τον όγκο της μεταφερόμενης πληροφορίας και όχι με βάση το χρόνο που διαρκεί η σύνδεση. Η απόφαση της Ρanafοn Vodafone να επενδύσει στη νέα τεχνολογία, εντάσσεται στο στρατηγικό σχεδιασμό της Vodafone για τη σύγκλιση του Internet και των τηλεπικοινωνιών.
Οι υπηρεσίες που παρέχονται περιλαμβάνουν το Wap Plus και το GPRS Corporate Αccess, που επιτρέπουν την πρόσβαση σε υπηρεσίες περιεχομένου μέσω WΑΡ και τη διασύνδεση χρηστών στο εταιρικό δίκτυό τους αντίστοιχα. Σε σύντομο χρονικό διάστημα η υπηρεσία Wap Plυs Θα είναι διαθέσιμη και στους χρήστες των προγραμμάτων καρτοκινητής τηλεφωνίας της εταιρείας (a Ιa Carte και CU), ενώ αξίζει να σημειωθεί ότι η Panafon ήδη ολοκλήρωσε με επιτυχία τις τεχνικές δοκιμές για περιαγωγή (rοaming).
Με τις υπηρεσίες αυτές οι συνδρομητές της Ρanafοn Vodafone θα έχουν τη δυνατότητα, μεταξύ άλλων, να μειώσουν σημαντικά το κόστος χρήσης του κινητού τηλεφώνου, καθώς θα χρεώνονται βάσει του "όγκου" των δεδομένων που θα έχουν επιλέξει να δουν (Internet). Επίσης, οι αυξημένες ταχύτητες θα επιτρέψουν την πλήρη αξιοποίηση του portal της Ρanafοn - Vodafone, που περιλαμβάνει πληροφορίες ψυχαγωγίας και ενημέρωσης, υπηρεσίες ηλεκτρονικού ταχυδρομείου, αγορές, δημοπρασίες, χρηματιστηριακή ενημέρωση και πρόσβαση σε άλλα Wap sites. Τέλος, οι εταιρικοί πελάτες της Ρanafοn - Vοdafοne θα έχουν τη δυνατότητα πρόσβασης στο εταιρικό δίκτυό τους, μειώνοντας σε σημαντικό βαθμό το λειτουργικό κόστος τους και πετυχαίνοντας αύξηση της παραγωγικότητας των μετακινούμενων στελεχών τους.
Telestet: Ακολουθώντας την πρωτοβουλία των ανταγωνιστών της, η Telestet ανακοίνωσε στις 3 Ιουλίου 2001 την εμπορική διάθεση των υπηρεσιών νέας τεχνολογίας GPRS στους συνδρομητές, βάσει συμβολαίου, και τους εταιρικούς πελάτες της. Οι υπηρεσίες αυτές περιλαμβάνουν WAP μέσω GPRS, Μοbile Internet και Cοrpοrate Access. Με την πρώτη, οι συνδρομητές της εταιρείας θα μπορούν να έχουν πρόσβαση στις υπηρεσίες WAP που διαθέτει η εταιρεία και οι οποίες περιλαμβάνουν οικονομικά, ειδήσεις, ψυχαγωγική ενημέρωση, καθώς και ελεύθερη πρόσβαση σε όλα τα WAP sites. Με το Μοbile Internet οι χρήστες μπορούν να συνδέονται και να "σερφάρουν" στο Internet, από όπου και αν βρίσκονται, με έναν φορητό υπολογιστή και ένα τερματικό GPRS. Τέλος, η υπηρεσία Cοrpοrate Access αφορά αποκλειστικά στους εταιρικούς πελάτες της Telestet. Η υπηρεσία αυτή εξασφαλίζει την πρόσβαση στα Εταιρικά Δίκτυα/LANs, δίνοντας στους χρήστες τη δυνατότητα να διαβάζουν τα emails τους, να επεξεργάζονται τις βάσεις δεδομένων της εταιρείας ή να χρησιμοποιούν άλλες εταιρικές εφαρμογές ενώ είναι εκτός γραφείου.
Η χρέωση των υπηρεσιών γίνεται και εδώ βάσει του όγκου των δεδομένων, με την Τelestet να έχει διαμορφώσει δύο οικονομικά πακέτα. Το πακέτο για τους μεμονωμένους πελάτες προσφέρει χρήση 1 Μbyte, με μηνιαίο πάγιο 5.000 δραχμές, ενώ το πακέτο για εταιρικούς πελάτες προσφέρει χρήση 20 Μbytes με μηνιαίο πάγιο 9.000 δραχμές. Ειδικά για την περίοδο από 4 Ιουλίου μέχρι και 30 Σεπτεμβρίου 2001 προσφέρεται απεριόριστη χρήση του GPRS με το ίδιο πάγιο, προκειμένου οι πελάτες να γνωρίσουν και να εξοικειωθούν με τη νέα τεχνολογία. Σε δεύτερη φάση, αναμένεται η προσφορά υπηρεσιών GPRS και στους χρήστες της καρτοκινητής τηλεφωνίας Β free, ενώ στα άμεσα σχέδια της εταιρείας για περαιτέρω ανάπτυξη περιλαμβάνονται νέες υπηρεσίες και εφαρμογές, καθώς και η δυνατότητα περιαγωγής (GPRS rοaming).
Σε γενικές γραμμές, το GPRS πραγματοποιεί το σκοπό για τον οποίο υλοποιήθηκε. Παρέχει καλύτερη διαχείριση του ραδιοφωνικού φάσματος, αυξημένη ταχύτητα, δικαιότερο σύστημα χρέωσης και μεγαλύτερη ευκολία σύνδεσης. Παράλληλα, ενσωματώνει τεχνολογίες που αναμένουμε με την ανάπτυξη της τρίτης γενιάς κινητής τηλεφωνίας και μας προετοιμάζει για τα χαρακτηριστικά που θα είναι διαθέσιμα στο μέλλον. Τα νέα κινητά GPRS που θα κυκλοφορήσουν σύντομα στην εγχώρια και διεθνή αγορά, θα βελτιώσουν σίγουρα τις σημερινές επιδόσεις και θα βοηθήσουν στην εξάπλωση της νέας υπηρεσίας.
Στην προσπάθειά μας να εξασφαλίσουμε τη μέγιστη δυνατή αντικειμενικότητα, το "Computer Για Όλους" συνεργάστηκε με δύο διαφορετικές εταιρείες κινητής τηλεφωνίας. Τόσο η Cosmote όσο και η Telestet μας διέθεσαν το δίκτυο GPRS που έχουν αναπτύξει για την πραγματοποίηση των απαραίτητων μετρήσεων με τα δύο κινητά που είχαμε στη διάθεσή μας. Για τις μετρήσεις αυτές επιλέξαμε το γνωστό πρόγραμμα DUmeter, που εμπιστευτήκαμε και στο αφιέρωμα για το δορυφορικό Internet του προηγούμενου τεύχους. Παρά όμως τις δικλίδες ασφαλείας, οι ρυθμοί διαμεταγωγής που θα αναφέρουμε παρακάτω είναι απλώς ενδεικτικοί. Οι παράγοντες που τους διαμορφώνουν ποικίλλουν και είναι δύσκολο να διερευνηθεί πλήρως η βαρύτητά τους ως προς το τελικό αποτέλεσμα. Η ένταση σήματος του δικτύου, για παράδειγμα, ενώ είναι καθοριστικής σημασίας, είναι πρακτικά αδύνατον να προσδιορίσουμε με ακρίβεια σε τι βαθμό μεταβάλλει τις επιδόσεις. Πρακτικά, αυτό που μπορούμε να επισημάνουμε με βεβαιότητα είναι ότι η ταχύτητα που επιτυγχάνεται διαμορφώνεται διαφορετικά σε κάθε γεωγραφική περιοχή, ανάλογα με τη χωρητικότητα του εγκατεστημένου δικτύου.
Οπως έχουμε ήδη αναφέρει, η μέγιστη θεωρητική ταχύτητα που προσφέρεται από την υπηρεσία GPRS, ανέρχεται σε περίπου 170 Kbρs. Η ταχύτητα αυτή υπόσχεται εντυπωσιακή βελτίωση σε σχέση με τις σημερινές επιδόσεις, ωστόσο κανένα από τα δύο κινητά τηλέφωνα που κυκλοφορούν στην ελληνική αγορά και είχαμε στη διάθεσή μας, δεν την υποστήριζε. Ο αναμενόμενος ρυθμός διαμεταγωγής για το Timeport 260 είναι χαμηλότερος από 40 Kbps και για το Εricsson R520m χαμηλότερος από 53,6 Kbρs. Οι τιμές αυτές, αν και περιορίζουν κατά πολύ τις προσδοκώμενες επιδόσεις, δεν αποτελούν τον κύριο περιοριστικό παράγοντα. Αντίθετα, στην πράξη αποδείχθηκε ότι ο ρυθμός διαμεταγωγής εξαρτάται άμεσα από την ποιότητα του δικτύου κινητής τηλεφωνίας και κυρίως τη διαθεσιμότητά του. Στο συμπέρασμα αυτό οδηγούμαστε και από τις παραπλήσιες επιδόσεις των δύο διαφορετικών δικτύων που μετρήσαμε. Οι διαφορές ταχύτητας μεταξύ των δύο εταιρειών ήταν πολύ μικρές, ενώ παράλληλα ακολουθούσαν το ίδιο μοτίβο ως προς τις αυξομειώσεις ταχύτητας κατά τη διάρκεια της ημέρας.
Η άμεση σχέση μεταξύ των ωρών αιχμής και της ταχύτητας της σύνδεσης έγινε φανερή από τις πρώτες κιόλας μετρήσεις. Πρόκειται για σχέση αντιστρόφως ανάλογη, αφού τις μεσημεριανές κυρίως ώρες η ταχύτητα που επιτεύχθηκε από το δίκτυο της Cosmote δεν ξεπέρασε τα 1,1 Kbytes/s και της Telestet τα 2 Kbytes/s. Οι τιμές αυτές όχι μόνο βρίσκονται πολύ κάτω από τις αναμενόμενες επιδόσεις, αλλά υπήρξαν και αρκετές περιπτώσεις όπου υποχωρούσαν ακoμα περισσότερο σε 0,7 Kbytes/s και 1,3 Kbytes/s αντίστοιχα. Είναι φανερό ότι με παρόμοιους ρυθμούς διαμεταγωγής η αναζήτηση και της πιο απλής πληροφορίας μετατρέπεται σε χρονοβόρα διαδικασία.
Αντίθετα με τις προαναφερόμενες δυσάρεστες διαπιστώσεις, η κατάσταση βελτιώνεται σημαντικά τα απογεύματα και τις πρώτες πρωινές ώρες. Ο ρυθμός διαμεταγωγής ανήλθε σε 3,9 Kbytes/s και 3,7 Kbytes/s για τις δύο εταιρείες, αγγίζοντας τη μέγιστη θεωρητική τιμή και αποδεικνύοντας παράλληλα ότι η δυνατότητα για επίτευξη υψηλών ταχυτήτων υπάρχει, αρκεί να συντρέχουν ορισμένες προϋποθέσεις. Αυτές περιλαμβάνουν το σταθερό και δυνατό σήμα δικτύου και κυρίως τη χωρητικότητά του που εξασφαλίζει ότι όλοι οι συνδρομητές μπορούν να το χρησιμοποιούν χωρίς προβλήματα.
Η συνολική απόδοση του GPRS μας προκάλεσε ανάμικτα συναισθήματα. Μοιράζοντας την ημέρα σε δύο ζώνες (ευνοϊκή και δυσμενής), παρατηρούμε ότι το χάσμα επιδόσεων μεταξύ των δύο είναι ιδιαιτέρως σημαντικό. Η ταχύτητα των 3,9Kbyles/s του ευνοϊκού σεναρίου θα ικανοποιήσει τους περισσότερους χρήστες, ενώ αντίθετα το δυσμενές σενάριο θα τους απογοητεύσει. Παράλληλα, η σύνδεση μεταξύ της διαθεσιμότητας δικτύου και του ρυθμού διαμεταγωγής δεν μπορεί παρά να προβληματίσει τους χρήστες. Έχοντας ως δεδομένο ότι το διαθέσιμο φάσμα ραδιοφωνικών συχνοτήτων είναι τεχνικά αδύνατο να διευρυνθεί, η συνεχής αύξηση των συνδρομητών κινητής τηλεφωνίας αναμένεται να επεκτείνει ακόμη περισσότερο τις ώρες αιχμής στο άμεσο μέλλον.